Σήμερα, μπορεί να
μην έχουμε αιματηρές πολιτικές συγκρούσεις, αλλά οι υπάρχουσες
προσδίδουν στον τόπο την ίδια τριτοκοσμική εικόνα.
Υποστηρίζεται
συχνά, πως έχουν απαξιωθεί οι πολιτικοί και η πολιτική ζωή της χώρας.
Όπως εκφέρεται η φράση, υποδηλοί ότι η απαξίωση συντελέστηκε πρόσφατα.
Ανατρέχοντας όμως στο παρελθόν, βρίσκεις μόνον μικρές περιόδους όπου η
πολιτική ζωή δεν ήταν... απαξιωμένη, ανεξάρτητα από το πολιτειακό σύστημα που επικρατούσε.
Και η αρχή φυσικά έγινε, όταν δεν αφέθησαν να κυβερνήσουν τον τόπο αυτοί που τον απελευθέρωσαν και που ήσαν οι φυσικοί ηγέτες του λαού. Οι οπλαρχηγοί δηλαδή, που έδιωξαν τους Οθωμανούς. Το επιχείρημα του αποκλεισμού τους ήταν πως ήσαν αγράμματοι. Πράγματι ήσαν, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων. Τι είδους όμως διοίκηση ασκείτο κατ’ εκείνα τα χρόνια σ’ έναν μόλις απελευθερωμένο λαό;
Χρειαζόταν ο ηγέτης να έχει γνώσεις πληροφορικής για να απευθύνεται μέσω διαδικτύου στον λαό, όπως οραματίστηκε ο κ. Γ. Παπανδρέου; Χρειαζόταν να «μαγειρέψουν» τα λογιστικά βιβλία για να κοροϊδέψουν λαό και Ευρώπη, όπως έπραξαν οι κ.κ. Χριστοδουλάκης και Αλογοσκούφης (και όχι μόνο αυτοί); Ή έπρεπε να έχουν εξειδικευμένες τραπεζικές γνώσεις για να αποκαλύπτουν τους φοροφυγάδες, καλούς πελάτες τραπεζών Ελβετίας και Λουξεμβούργου;
Ο τρόπος διοίκησης ενός λαού, που ζήτημα ένα 3% αυτού να είχε εγκύκλιο παιδεία (όσο δηλαδή ήταν το ποσοστό σε όλη την φεουδαρχική Ευρώπη), ήταν απλός. Ο δοκιμασμένος από το κοινοτικό σύστημα της Δημογεροντίας, που κράτησε όρθιο τον ελληνισμό κατά τα χρόνια της οθωμανοκρατίας (γιατί λέμε «τουρκοκρατίας», την στιγμή που οι Τούρκοι ήσαν οι ολιγαριθμότεροι της οθωμανικής αυτοκρατορίας;).
Και όταν θα ορθωνόταν το κράτος -σε δυο τρεις δεκαετίες-, θα είχαν ήδη προκύψει οι πρώτοι πτυχιούχοι που θα αντικαθιστούσαν τους φυσικούς ηγέτες των Ελλήνων. Αντ’ αυτού, φρόντισαν οι ξένοι «Προστάτες» να μας στείλουν Κωλλέτηδες και Μαυροκορδάτους, με ασφάλεια διαμένοντες στην Εσπερία κατά τα χρόνια του Αγώνα, και πολιτικούς δεύτερης και τρίτης σειράς. Και φάνηκε από την πρώτη στιγμή το ολέθριο παιχνίδι, με την ονομασία των κομμάτων τους «Γαλλικό κόμμα» ο ένας, «Αγγλικό κόμμα» ο άλλος, και δυστυχώς «Ρωσικό κόμμα» από τον παρασυρθέντα στην πολιτική Κολοκοτρώνη, που πίστεψε ότι μπορεί μ’ αυτόν τον τρόπο να τους αντιπαλέψει.
Έτσι στήθηκε το ελληνικό κράτος. Με σαθρά θεμέλια. Και με λαϊκισμό αφάνταστο, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Λαϊκισμό, που φέρνει πάντα -χωρίς εξαίρεση- τον φανατισμό. Μέχρι σημείου να επιχειρηθεί ανεπιτυχώς δολοφονία του Βενιζέλου και σε απάντηση να δολοφονηθεί ο αντίπαλός του, Ίων Δραγούμης.
Σήμερα, μπορεί να μην έχουμε αιματηρές πολιτικές συγκρούσεις, αλλά οι υπάρχουσες προσδίδουν στον τόπο την ίδια τριτοκοσμική εικόνα. Και που αναδεικνύουν στο έπακρο τα αρνητικά χαρακτηριστικά μας. Δεν απαξιώθηκε επομένως, σήμερα η πολιτική. Από την γέννησή της ήταν τέτοια. Οι εκλάμψεις της είναι σπάνιες, και οφείλονται στην παρουσία φωτεινών ηγετικών φυσιογνωμιών – τόσο λίγων, όμως.
Αυτός είναι ο λόγος, που ο υπογραφόμενος εκφράζει τακτικά την απαισιοδοξία του για το μέλλον και υποστηρίζει ότι το χρέος μας είναι το σύμπτωμα της ασθένειας. Η ασθένεια είναι η έλλειψη ενός αξιακού συστήματος, με βάση το οποίο έζησαν υπερήφανα οι παππούδες μας, έστω και σκλαβωμένοι. Μπορεί ο Οθωμανός ή ο όποιος άλλος δυνάστης, να τους έπαιρνε τα κεφάλια, αλλά δεν μπορούσε να τους ξεριζώσει την αξιοπρέπεια και την υπερηφάνεια που είναι Έλληνες.
Και η αρχή φυσικά έγινε, όταν δεν αφέθησαν να κυβερνήσουν τον τόπο αυτοί που τον απελευθέρωσαν και που ήσαν οι φυσικοί ηγέτες του λαού. Οι οπλαρχηγοί δηλαδή, που έδιωξαν τους Οθωμανούς. Το επιχείρημα του αποκλεισμού τους ήταν πως ήσαν αγράμματοι. Πράγματι ήσαν, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων. Τι είδους όμως διοίκηση ασκείτο κατ’ εκείνα τα χρόνια σ’ έναν μόλις απελευθερωμένο λαό;
Χρειαζόταν ο ηγέτης να έχει γνώσεις πληροφορικής για να απευθύνεται μέσω διαδικτύου στον λαό, όπως οραματίστηκε ο κ. Γ. Παπανδρέου; Χρειαζόταν να «μαγειρέψουν» τα λογιστικά βιβλία για να κοροϊδέψουν λαό και Ευρώπη, όπως έπραξαν οι κ.κ. Χριστοδουλάκης και Αλογοσκούφης (και όχι μόνο αυτοί); Ή έπρεπε να έχουν εξειδικευμένες τραπεζικές γνώσεις για να αποκαλύπτουν τους φοροφυγάδες, καλούς πελάτες τραπεζών Ελβετίας και Λουξεμβούργου;
Ο τρόπος διοίκησης ενός λαού, που ζήτημα ένα 3% αυτού να είχε εγκύκλιο παιδεία (όσο δηλαδή ήταν το ποσοστό σε όλη την φεουδαρχική Ευρώπη), ήταν απλός. Ο δοκιμασμένος από το κοινοτικό σύστημα της Δημογεροντίας, που κράτησε όρθιο τον ελληνισμό κατά τα χρόνια της οθωμανοκρατίας (γιατί λέμε «τουρκοκρατίας», την στιγμή που οι Τούρκοι ήσαν οι ολιγαριθμότεροι της οθωμανικής αυτοκρατορίας;).
Και όταν θα ορθωνόταν το κράτος -σε δυο τρεις δεκαετίες-, θα είχαν ήδη προκύψει οι πρώτοι πτυχιούχοι που θα αντικαθιστούσαν τους φυσικούς ηγέτες των Ελλήνων. Αντ’ αυτού, φρόντισαν οι ξένοι «Προστάτες» να μας στείλουν Κωλλέτηδες και Μαυροκορδάτους, με ασφάλεια διαμένοντες στην Εσπερία κατά τα χρόνια του Αγώνα, και πολιτικούς δεύτερης και τρίτης σειράς. Και φάνηκε από την πρώτη στιγμή το ολέθριο παιχνίδι, με την ονομασία των κομμάτων τους «Γαλλικό κόμμα» ο ένας, «Αγγλικό κόμμα» ο άλλος, και δυστυχώς «Ρωσικό κόμμα» από τον παρασυρθέντα στην πολιτική Κολοκοτρώνη, που πίστεψε ότι μπορεί μ’ αυτόν τον τρόπο να τους αντιπαλέψει.
Έτσι στήθηκε το ελληνικό κράτος. Με σαθρά θεμέλια. Και με λαϊκισμό αφάνταστο, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Λαϊκισμό, που φέρνει πάντα -χωρίς εξαίρεση- τον φανατισμό. Μέχρι σημείου να επιχειρηθεί ανεπιτυχώς δολοφονία του Βενιζέλου και σε απάντηση να δολοφονηθεί ο αντίπαλός του, Ίων Δραγούμης.
Σήμερα, μπορεί να μην έχουμε αιματηρές πολιτικές συγκρούσεις, αλλά οι υπάρχουσες προσδίδουν στον τόπο την ίδια τριτοκοσμική εικόνα. Και που αναδεικνύουν στο έπακρο τα αρνητικά χαρακτηριστικά μας. Δεν απαξιώθηκε επομένως, σήμερα η πολιτική. Από την γέννησή της ήταν τέτοια. Οι εκλάμψεις της είναι σπάνιες, και οφείλονται στην παρουσία φωτεινών ηγετικών φυσιογνωμιών – τόσο λίγων, όμως.
Αυτός είναι ο λόγος, που ο υπογραφόμενος εκφράζει τακτικά την απαισιοδοξία του για το μέλλον και υποστηρίζει ότι το χρέος μας είναι το σύμπτωμα της ασθένειας. Η ασθένεια είναι η έλλειψη ενός αξιακού συστήματος, με βάση το οποίο έζησαν υπερήφανα οι παππούδες μας, έστω και σκλαβωμένοι. Μπορεί ο Οθωμανός ή ο όποιος άλλος δυνάστης, να τους έπαιρνε τα κεφάλια, αλλά δεν μπορούσε να τους ξεριζώσει την αξιοπρέπεια και την υπερηφάνεια που είναι Έλληνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου