Μιχαὴλ Ὁμολογητοῦ, Μανὴν Προφήτου, Μαρίας τοῦ Κλωπᾶ, Σαλωνᾶ τοῦ Ρωμαίου, Σελεύκου Μάρτυρος, Ἐπιτακίου καὶ Βασιλείου, Δονατιανοῦ καὶ Ρογατιανοῦ Μαρτύρων, Μερκουλιαλίου Ἐπισκόπου, Δεσιδερίου Ἐπισκόπου, τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Κουϊντιανοῦ, Λουκίου καὶ Ἰουλιανοῦ, Πατρικίου Ἐπισκόπου, Εὐτυχίου καὶ Φλωρεντίου Ὁσίων, Δεσιδερίου Ἱερομάρτυρα, Συαγρίου Ὁσίου, Μνήμη εὐρέσεως τιμίων λειψάνων Ἁγίου Λεοντίου, Δαμιανοῦ Ὁσίου, Σίμωνος Ἐπισκόπου, Εὐφροσύνης Ὁσίας, Ἀβραμίου Ὁσίου, Ἀντωνίου Ἐπισκόπου, Κυρίλλου Ἐπισκόπου, Παϊσίου Ὁσίου, Ἀθανασίου διὰ Χριστὸν σαλοῦ, Ἀδριανοῦ καὶ Βογολεπίου Ὁσίων, Ἀντωνίου καὶ ἰωαννικίου Ὁσίων, Δανιὴλ Ὁσιομάρτυρα, Ἀλεξάνδρου Θαυματουργοῦ, Δωροθέου καὶ Ἱλαρίωνος Ὁσίων, Ἰωακεὶμ Ὁσίου, Σύναξις παντῶν τῶν ἐν Ροστὼβ – Γιαροσλάβλ Ἁγίων, Ἀνακομιδὴ ἱερῶν λειψάνων Ὁσίου Ἰωακεὶμ.
Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Ὁμολογητὴς
Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ καταγόταν ἐκ Συνάδων τῆς Φρυγίας ἀπὸ γονεῖς πλούσιους καὶ εὐσεβεῖς, ἔζησε δὲ κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Ἀρμενίου (813-820 μ.Χ.). Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία εἶχε ἀφιερωθεῖ στὸν Θεὸ καὶ ἀφοῦ ἔτυχε εὐρείας καὶ ἐπιμελοῦς μορφώσεως, συγκαταλεγόταν μεταξὺ τῶν δραπετῶν ἀνδρῶν τῆς ἐποχῆς του. Ἐπί Πατριάρχη Παύλου Δ’ τοῦ Κυπρίου (780-784 μ.Χ.) μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου, λόγῳ τοῦ ἀδαμάντινου χαρακτῆρος καὶ τῆς μεγάλης μορφώσεώς του κατέλαβε περιφανὲς ἀξίωμα στὰ ἀνάκτορα.
Συνδέθηκε μὲ στενότατη φιλία μὲ τὸν Ἅγιο Θεοφύλακτο (τιμάται 8 Μαρτίου), ποὺ ἦταν ἄνδρας ἐπίσης ἐνάρετος καὶ μορφωμένος, μὲ τὸν ὁποῖο ἀργότερα μετέβησαν στὴ μονὴ ποὺ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ταράσιο στὸν Εὔξεινο Πόντο, ὅπου ἐκάρησαν μοναχοὶ. Γιὰ τὴν μεγάλη τους ἀρετὴ καὶ τὴν βαθύτατη θεολογικὴ κατάρτιση πείσθηκαν καὶ χειροτονήθηκαν ἀπὸ τὸν Ταράσιο κατ’ ἀρχὰς μὲν ἱερεῖς, στὴ συνέχεια δὲ ὁ μὲν Θεοφύλακτος Ἐπίσκοπος Νικομηδείας, ὁ δὲ Μιχαὴλ Ἐπίσκοπος Συνάδων.
Καὶ στὴ νέα αὐτὴ θέση του διέλαμψε γιὰ τὸν ἔνθεο ζῆλο τους, διδάσκοντας ὑπερασπιζόμενος τὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Ἀλλὰ ὁ ἱερὸς ζῆλος τοῦ Μιχαὴλ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία καταφάνηκε, ὅταν ἐνέσκηψε ὁ πόλεμος κατὰ τῶν ἱερῶν εἰκόνων ἐπὶ αὐτοκράτορα Λέοντος Ε’ τοῦ Ἀρμενίου. Μὲ ἀνυπέρβλητο θάρρος καὶ παρρησία δὲν δίστασε νὰ ἐλέγξει δημόσια αὐτὸν γιὰ τὸν ἄθεο καὶ ἀσεβὲς διάταγμά του καὶ νὰ ἀναθεματίσει ἐκείνους ποὺ δὲν προσκυνοῦσαν τὶς ἅγιες εἰκόνες.
Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Ὁμολογητὴς
Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ καταγόταν ἐκ Συνάδων τῆς Φρυγίας ἀπὸ γονεῖς πλούσιους καὶ εὐσεβεῖς, ἔζησε δὲ κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Ἀρμενίου (813-820 μ.Χ.). Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία εἶχε ἀφιερωθεῖ στὸν Θεὸ καὶ ἀφοῦ ἔτυχε εὐρείας καὶ ἐπιμελοῦς μορφώσεως, συγκαταλεγόταν μεταξὺ τῶν δραπετῶν ἀνδρῶν τῆς ἐποχῆς του. Ἐπί Πατριάρχη Παύλου Δ’ τοῦ Κυπρίου (780-784 μ.Χ.) μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου, λόγῳ τοῦ ἀδαμάντινου χαρακτῆρος καὶ τῆς μεγάλης μορφώσεώς του κατέλαβε περιφανὲς ἀξίωμα στὰ ἀνάκτορα.
Συνδέθηκε μὲ στενότατη φιλία μὲ τὸν Ἅγιο Θεοφύλακτο (τιμάται 8 Μαρτίου), ποὺ ἦταν ἄνδρας ἐπίσης ἐνάρετος καὶ μορφωμένος, μὲ τὸν ὁποῖο ἀργότερα μετέβησαν στὴ μονὴ ποὺ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ταράσιο στὸν Εὔξεινο Πόντο, ὅπου ἐκάρησαν μοναχοὶ. Γιὰ τὴν μεγάλη τους ἀρετὴ καὶ τὴν βαθύτατη θεολογικὴ κατάρτιση πείσθηκαν καὶ χειροτονήθηκαν ἀπὸ τὸν Ταράσιο κατ’ ἀρχὰς μὲν ἱερεῖς, στὴ συνέχεια δὲ ὁ μὲν Θεοφύλακτος Ἐπίσκοπος Νικομηδείας, ὁ δὲ Μιχαὴλ Ἐπίσκοπος Συνάδων.
Καὶ στὴ νέα αὐτὴ θέση του διέλαμψε γιὰ τὸν ἔνθεο ζῆλο τους, διδάσκοντας ὑπερασπιζόμενος τὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Ἀλλὰ ὁ ἱερὸς ζῆλος τοῦ Μιχαὴλ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία καταφάνηκε, ὅταν ἐνέσκηψε ὁ πόλεμος κατὰ τῶν ἱερῶν εἰκόνων ἐπὶ αὐτοκράτορα Λέοντος Ε’ τοῦ Ἀρμενίου. Μὲ ἀνυπέρβλητο θάρρος καὶ παρρησία δὲν δίστασε νὰ ἐλέγξει δημόσια αὐτὸν γιὰ τὸν ἄθεο καὶ ἀσεβὲς διάταγμά του καὶ νὰ ἀναθεματίσει ἐκείνους ποὺ δὲν προσκυνοῦσαν τὶς ἅγιες εἰκόνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου